Παρασκευή, Δεκεμβρίου 29, 2006

αρκούδι, που δε χορεύει?

Ή κανείς, ή κ οι δυο μαζί. Μία φράση. Πολλά τα νοήματα. Πολλοί την ξεστόμισαν. Λίγοι την τήρησαν. Έτσι κ ο Χρήστος. Την είπε. Αλλά ανήκει στους πολλούς. Ζηλεύει τους λίγους. Δεν αφήνεται. Τι να του πείς? Καμμένος... λέει ο κολλητός του. Θέλει. Το βλέπεις στα μάτια του. Κ προσπαθεί. Να θέλει. Παρόλα αυτά, ακόμα δεν τα κατάφερε. Η Μαρία, κυρία. Του το ξεκαθάρισε από την αρχή : εγώ νοικοκυρά δε γίνομαι. Ή κανείς στην κουζίνα ή κ οι δυο. Δε φταίει κανείς. Φταίνε κ οι δυο ;-)

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 28, 2006

τάρανδος

‘Όχι πια σεξ, μόνο σχέση’, μου είπε κ γύρισε από την άλλη. Ξαφνικά βγήκε από μέσα μου η καλή νεράιδα. Εκείνη που έβλεπα στα παιδικά, όταν ήμουν μικρή. Η σχέση μας πέρασε σ’άλλο επίπεδο, σκέφτηκα. Έχει πλέον ουσία κ νόημα. Δε σκορπίζεται άδικα σε ατέλειωτες ώρες απότομου πηγαινέλα. Θα πρέπει να είμαι χαρούμενη, συλλογίζομαι. Όχι άλλος ιδρώτας. Όχι άλλο ντουζ. Τέρμα η ανησυχία της ημέρας για το πέρας της νύχτας. Αντίο στις επίπονες αποτριχώσεις, τα αρώματα, τις κρέμες. Όλες αυτές οι πολύωρες, επιτηδευμένες ενέργειες θα λάβουν τέλος. Θα πρέπει να χαίρομαι, σκέφτομαι. Θα πρέπει να χαίρομαι.. Θα πρέπει να... Θα πρέπει.. Θα..

Τρίτη, Δεκεμβρίου 26, 2006

ο πιο ηλίθιος άθλιος

Είμαι εγώ. Που ξέρω ότι θέλω. Αλλά ακόμα δεν έχω πάει. Δεν έχω πάρει ένα κιλό καραμέλες κ μία σακούλα μπαλόνια. Το ξέρω ότι τα πιτσιρίκια τρελαίνονται. Ξετρελαίνονται. Εδώ, λίγο πιο πάνω. Στο τροφείο της αγάπης. Χωρίς ορφανά. Με πολλή αγάπη. Δεν είναι δύσκολο. Το παν είναι ν’ανοίξει η πρώτη πόρτα. Της καρδιάς μου.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 24, 2006

blogfather

Σηκώνω το ποτήρι. Βάζω μια γουλιά καφέ στο στόμα μου.‘Ακούς εκεί, να βγω κ μλκας! Ποιός? ΕΓΩ’. Γκλουπ. Ε, εσύ του ΕΓΩ, μου την έσπασες τελικά. Πάντα έτσι απαντάς. Βαρέθηκα. Superman, Batman, Spiderman, Zoro, μας είπαν. Εσύ εκεί. Πρέπει να είσαι υπερ-ήρωας τελικά. Άλλη πάστα. Σταματάω. ‘Δεν ξέρει μάλλον με ποιόν τα ‘βαλε.’ Γκλούπ! ‘Θα φωνάξω τους δικούς μου. Τότε να δω που θα κρυφτεί.’ Γκλουπ! Γκλουπ! Γκούχου-γκούχου. Ε..Χριστούγεννα, παιδιά! Τα φτυάρια κάτω. Φταίω εγώ. Που διαβάζω αυτά που διαβάζω. Αλλά μ’έχει συνεπάρει το είδος. Είναι η blogoτρομοκρατία. Δε θα πάψει να υπάρχει. Λέγεται κ ηλεκτροmafia. Κ, όπως κάθε θηλυκό, έχει όπλα. Θανατηφόρα κ ευπροσάρμοστα. Σήμερα το μενού μας προτείνει τη δημοφιλία. Όσο πιο αγαπητός, τόσες περισσότερες σφαίρες. Θυμώνεις με κάποιον? Βάλε τους δικούς σου να καθαρίσουν. Ήρεμα κ πολιτισμένα. Υπάρχει ιεραρχία εδώ. Τι το περάσατε? Ο Αρχηγός απλώς διαμαρτύρεται. Οι άλλοι καθαρίζουν. Αυτός προσφέρει τη σιγουριά του γέλιου. Οι άλλοι ζητάν κι άλλο. Η προσφορά του παραμένει σταθερή. Η ζήτηση αυξάνεται. Αυξάνεται σιγά-σιγά κ η αξία του. Κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο. Μόλις φτάσει αρκετά ψηλά (ναι, φαίνεστε ακόμα γελιο-διψασμένα ανθρωπάκια) σταματάει. Κ δε σου προσφέρει αυτό που τόσο παθιασμένα-εξαρτημένα ζητάς. Εστιάζει σ’αυτό που ζητάει αυτός. Μόνο αυτό. Όχι γέλιο. Εσύ ξεπουλάς τους ανθρώπους που αντιμίλησαν. Χωρίς δεύτερη σκέψη. Χωρίς ελευθερία λόγου (θέλεις τη δόση σου, δεν αντιλέγω). Κ ξανα-ξεκινά η ιστορία. Κ ξανά τα ίδια... κ ξανά... (μεταξύ μας, ξέρεις κανέναν που να γλίτωσε το κραχ?)

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 20, 2006

μίξερ,πολυμίξερ.. stop!

Άγιε μου Βασίλη, αυτή την εποχή (αλλά κ κάθε εποχή), όλοι κάνουν ευχές. Μέσα σ’αυτές τις ευχές ζητάνε διάφορα. Άλλος σπίτι, άλλος γυναίκα με σπίτι, άλλος παιδί κ γυναίκα με σπίτι κ.ο.κ. Το μόνιμο promotion της αγοράς είναι οι ευχές. Κάντε ευχές! Δεν κοστίζουν τίποτα. Ίσα-ίσα. Είναι σαν τα όνειρα. Πόσο κοστίζει να ονειρεύεσαι κάτι που δεν έχεις? Κοστίζει, αλήθεια? Μάλλον αφήνει ένα θετικό συναίσθημα στη φαντασία του υποσυνείδητου. Γι’αυτό έχουν πέσει όλοι με τα μούτρα στον Άι-Βασίλη. Αν μπορούσα να μιλήσω σ’όλους αυτούς τους promotάρηδες, ένα πράγμα θα τους έλεγα : ο Άι-Βασίλης πάει. Πέθανε. Έχει χρόνια τώρα. Υπήρξε όμως κάποτε, δε λέω. Αλλά όχι τώρα. Τώρα είμαι εγώ, εσύ, αυτός στη θέση του. Γι’αυτό δώσε μία υπόσχεση σε μένα, σε σένα, σ’αυτόν. Δώσε μία υπόσχεση κ προσπάθησε ένα μόνο πράγμα : να σταματήσει το promo με τις ευχές. Κοίταξε γύρω σου. Τι βλέπεις? Ένας κόσμος. Αλλά δεν έχει νόημα να ζητήσεις κάτι. Ούτε την καρέκλα που κάθεσαι. Μόνος σου ήρθες κ μόνος σου θα φύγεις. Γι’αυτό φέτος, σε παρακαλώ, μην ευχηθείς καλύτερη καρέκλα. Δεν έχει νόημα. Αγάπα μόνο το συναίσθημά σου, όταν κάθεσαι.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 19, 2006

ase.gr

Υπάρχει μία άποψη στη χρηματοοικονομική επιστήμη που βασίζεται σε μία υπόθεση. Υπάρχει, λέει, ασυμμετρία πληροφοριών. Τώρα δεν ξέρω αν πρόκειται τόσο για οικονομικό φαινόμενο, όσο για κοινωνικό. Ας υποθέσουμε ότι εγώ είμαι η Αννούλα. Εγώ ξέρω τι μέγεθος σουτιέν φοράω. Έστω ότι είμαι ερωτευμένη με τον Ανδρέα. Ξέρω ότι το πρώτο που κοιτάει ο Ανδρέας είναι το στήθος. (Μη ρωτάτε πώς. Το ξέρω). Ο Ανδρέας, όμως, δεν είναι μόνος του. Έχει μία αγορο-παρέα κολλητούς. Μαζεύονται αραιά κ πού κ συζητάνε για ‘γυναίκες’. Το μόνο που μου μένει να κάνω (για να ‘ψήσω’ τον Ανδρέα) είναι να επιδείξω στους ‘κολλητούς’ του τα προσόντα μου (29 κατασκευαστές νταραβεριού συνιστούν wonderbra). Οι φίλοι του, ως ανίδεα αρσενικά, τσιμπάνε. Μεταφέρουν στην καθιερωμένη κυριακάτικη συζήτηση το μήνυμα. Προκαλώ ένα πρώτο ερέθισμα στον Ανδρέα κ παράλληλα η αξία της μετοχής μου ανεβαίνει. Οι οιωνοί είναι άριστοι. Το μόνο που έχω να κάνω είναι να κρατήσω την αξία της μετοχής μου σε υψηλά επίπεδα. Αν πειστεί κ αγοράσει, άντε μετά να πουλήσει.. Αυτό δεν είναι εγκλωβισμός, θα σου πουν. Είναι δική σου επιλογή.. άντε να σε δω τώρα!

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 18, 2006

ιδεοκρατία

Πες μου πώς είναι η σύντροφός σου, για να σου πω πώς είσαι. Όχι ποιος. Πώς. Τον Γιώργο δεν τον ξέρω. Όχι καλά, τουλάχιστον. Τον έχω δει δυο-τρεις φορές στα πλαίσια παρέας. Δεν είναι ιδιαίτερα όμορφος. Κοντόχοντρος, με μικρά δάχτυλα και ελαφριά φαλάκρα. Το πιο έντονο χαρακτηριστικό του είναι η φωνή του. Καταλαβαίνεις με μιας ότι μπήκε στο κτίριο. Από τη στιγμή που θα ανοίξει το στόμα του. Ακόμα κ με τρεις ορόφους διαφορά. Φταίει το κτίριο. Παλιό. Αλλά κ η φωνή του δεν πάει πίσω. Σου θυμίζει αλητάμπουρα. Απ’αυτούς που τριγυρνούν, φωνάζουν, βρίζουν κ την πέφτουν σε όλες. Δεν τον είχα σε εκτίμηση. Ώσπου γνώρισα την κοπέλα του. Την Ξανθίππη. Χαμογελαστή κ ήρεμη. Μου μίλησε γι’αυτόν. Παρόλο το άγχος του κ τις σπουδές του (post-ανώτερες δεν υπάρχουν), έβρισκε πάντα χρόνο γι’αυτήν. Ο Γιώργος, λέει, έχει δύο εικόνες. Την προς εμάς (σάτυρος, είρων, πνεύμα αντιλογίας). Την προς αυτήν (τρυφερός, γλυκομίλητος, κύριος). Το προηγούμενο αγόρι της το έλεγαν Σωκράτη. ‘Καλύτερα αλητάμπουρας κ ήρεμη, παρα φιλόσοφος κ οξύθυμη’, μου είπε χτες. Την πιστεύω.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 17, 2006

φαγητό

Ξυπνάω το πρωί. Κοιτάζω δίπλα μου. Κανείς. Κοιτάζω απέναντι. Υπάρχει κάποιος. Δεν κουνιέται. Κοιμάται ή τον σκότωσα κ δε θυμάμαι? Είναι στο πάτωμα. Τα μάτια ανοιχτά. Ήχος κανένας. Αναπνοή? Δεν ξέρω. Μας χωρίζει ένα πλέγμα. Δεν είναι εύκολο να τον πλησιάσω. Κι αν τον πλησιάσω, θα τρομάξω? Θα τρομάξει αυτός? Προσπαθώ να φύγω. Τα πόδια δεν ανταποκρίνονται στις προσταγές της σκέψης μου. Κάτι συμβαίνει. Το δωμάτιο δε μου φαίνεται γνωστό. Ποιος είναι αυτός απέναντι? Γιατί δεν μπορώ να σηκωθώ? Πού είμαι? ‘Ήρεμα’, μου λέει μια φωνή από πίσω μου. Γυρίζω να δω. ‘Ήρεμα’. Είναι κάποιος απέναντί μου. Αχ, κάπου τον ξέρω. Κάτι μου θυμίζει. ‘Ήρεμα’. Είναι μπροστά μου. Το μόνο που βλέπω είναι ένα μαύρο κεφάλι που ξεπροβάλλει κ μου κόβει τη θέα. Προσπαθώ να μιλήσω. Δε βγαίνει φωνή. Έχω κομπλάρει. Κάπου είμαι, κάτι έχω πάθει κ κάποιος με έφερε εδώ. ‘Ήρεμα, δεν είναι τίποτα’. Το ένστικτό μου μιλάει. Σε λίγο θα τελειώσουν όλα. Νιώθω την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά. Σηκώνω το κεφάλι μου. Βλέπω ένα μεταλλικό αντικείμενο να κατευθύνεται προς το μέρος μου. Έρχεται με φόρα. Όχι. Δεν είναι η ιδέα μου. Τακ ! ..καλή όρεξη

Σάββατο, Δεκεμβρίου 16, 2006

πλανήτης

Βάλε στο μυαλό σου το χειρότερο. Κι αφαίρεσε κάτι. Το ότι είσαι ακόμα ζωντανή. Όχι στη σκηνή. Στο σπίτι σου. Ναι, ανάμεσα σ’αυτούς τους τέσσερις τοίχους. Εκτός από την ύπαρξή σου δεν έχεις τίποτα άλλο. Κι όχι μόνο αυτό. Όλα τα άλλα είναι στη χειρότερη κατάσταση που θα μπορούσαν. Όλα. Στη χείριστη. Τι σου μένει να κάνεις? Σωστά. Βγες έξω. Και τραγούδα.

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 15, 2006

πλήρωνε κ μη ερεύνα

Ο Νίκος ήταν και είναι από εκείνους τους ανθρώπους που νομίζεις πως μπορείς να ψυχολογήσεις αμέσως. Με το καλημέρα σας. Φαίνεται από τη στάση του εξάλλου. Ιδιαίτερα προβληματισμένος και ομιλητικός. Έχει μεγάλη ικανότητα στο λόγο. Γι’αυτό και από την αρχή ξεχώρισε. Υπήρξε ένα από τα άτομα που καθόρισαν τη ζωή γύρω μας. Ο ίδιος ποτέ δεν κατάλαβε τη δύναμη που είχε στα χέρια του. ‘Ο καθένας μπορεί να το σκεφτεί κ να το καταφέρει, αρκεί να το θέλει.’ Πίστευε κ πιστεύει στη δύναμη της αποτυχίας. Σ’αυτήν όμως που ανασταίνεσαι. ‘Δέκα θα σταυρωθείς, αλλά μία θ’αναστηθείς’. Οι γύρω του απορούσαν. Με την σιγουριά της ανάστασης. Δεν ήξεραν όμως τι του έμελλε να πάθει. Άνοιξε η αγορά της Κίνας κ έκλεισε η δικιά του. Η εταιρία του πτώχευσε. Το σπίτι του το έχασε. Όλα τα υπόλοιπα υπάρχοντά του κατασχέθηκαν. Το μόνο που του έμεινε ήταν μία μικρή, καθημερινή στήλη που διάβαζε στο internet. Ήταν ο μόνος αναγνώστης. Κ οι συγγραφείς της το ήξεραν. Σήμερα του έκοψαν κ αυτή τη στήλη. Γιατί, είπαν, οι μεγάλες δωρεές γίνονται μόνο σε φτωχά πνεύματα.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 14, 2006

έρωτας

Κολλάς με κάτι. Το σκέφτεσαι συνέχεια. Έχει κυριεύσει στη σκέψη σου. Κυριαρχεί στον κόσμο σου. Είναι το μόνο που θέλεις. Απλά και μόνο επειδή δεν το έχεις. Τριγυρνάς από το πρωί μέχρι το βράδυ. Ψάχνεις. Ρωτάς. Χάνεις τον ύπνο σου. Όταν κατορθώνεις να κοιμηθείς, το βλέπεις μπροστά σου. Πετάγεσαι. Γυρίζεις. Αγκαλιάζεις το μαξιλάρι. Ηρεμείς. Κοιμάσαι. Ξανά τα ίδια. Τινάζεσαι. Δίνεις μία κλωτσιά και ξαναξυπνάς. Φταίει το μαξιλάρι. Είναι μαλακό. Δε δίνεις σημασία. Σηκώνεσαι. Περπατάς μέσα στο σπίτι. Πνίγεσαι. Βγαίνεις στο δρόμο. Δεν υπάρχει ψυχή. Οι γύρω σου χαμογελάνε. Δε σε νιώθει κανείς. Είναι όλοι ήρεμοι. Όλοι συνεχίζουν κανονικά. Αν είχες τη δύναμη θα σήκωνες ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο και θα το πετούσες στο δρόμο. Εκεί, στην Αψίδα. Να μείνουν όλοι μπλοκαρισμένοι. Όπως το μυαλό σου. Αισιοδοξία, σκέφτεσαι. Το αύριο έρχεται γρήγορα. Ναι, αλλά δεν έρχεται τώρα. Κοιτάς το ρολόι σου. Βαριανασαίνεις. Το κορμί σου έχει αρχίσει και εξασθενεί. Τα μάτια σου πονάνε από τα δάκρυα. Η καρδιά σου χτυπάει δυνατά και γρήγορα. Μία σκέψη σε βασανίζει : Γιατί σε μένα? Και τότε σκέφτεσαι πως δεν είσαι η μόνη. Σίγουρα έχει υπάρξει και κάποια άλλη. Ίσως και να υπάρχει αυτή τη στιγμή. Να είναι στον παραδίπλα δρόμο. Να νιώθει το ίδιο ακριβώς με σένα. Την ίδια απόγνωση. Την ίδια απελπισία. Και τότε ξαφνικά ξυπνάει μία δεύτερη γυναίκα μέσα σου. Μια Carrie Bradshaw. Γεμάτη πείρα από την εξάχρονη περιπλάνησή της και σε γεμίζει με εγωισμό και αισιοδοξία : Πού θα πάει, θα τα βρεις τα παπούτσια στο νούμερό σου..

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 13, 2006

Ιθάκη

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Κουζίνα, Να εύχεσαι να ναι μακρύς ο δρόμος Γεμάτος ατυχήματα, γεμάτος λεκέδες Της μικρής Ιωάννας και της Ελίνας, Της γλυκήτατης Ελένης μη φοβάσαι, Αυτές στο δρόμο σου ποτέ σου δε θα τις βρεις, Αν μεν το φαγητό σου υψηλό, εκλεκτικό Συγκίνησης της οσφρησης και η γεύση σου δελεάζει Της μικρής Ιωάννας και της Ελίνας, Της ζαχαρένιας Ελένης δε θα συναντήσεις Αν δεν τις κουβαλας μέσα στη σκέψη σου Αν η σκέψη σου δεν τις στείνει εμπρός σου. Να ευχεσαι να ναι μακριά η Κουζίνα Πολλά τα κοριτσιστικα δωμάτια να είναι Που με τί λαχτάρα, τί προσμονή Θα μπαίνεις σε δωμάτια πρωτο-ειδωμένα Να σταματήσεις στα σκαλιά τα κρεμαστά, Και σιγά σιγά να δρασκελίσεις Οσμές μυρωδικών, και ουσίες, και γεύσεις Και ηδονικά μπαχαρικά κάθε λογής Όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μπαχαρικά Στον τρίτο επιτέλους να ανεβείς Να μάθεις και να μαθεις επιτέλους να μαγειρεύεις Πάντα στο νου σου να χεις την Κουζίνα Το μαγείρεμα εκεί είναι ο προορισμός σου Αλλά μη βιαστείς να μπεις καθόλου Καλύτερα μπροστά στο καλοριφερ στάσου Και μέτρησε πια τις μούντσες των στον τοίχο Γεμάτες μέχρι πάνω, Μη προσδωκώντας πως στα μούτρα μας όλες αυτές στοχεύουν Η κουζίνα έδωσε τ ωραιο ταξίδι Χωρίς αυτήν δε θα βγαινες ουτε απο το δωμάτιο Αλλά δεν έχει άλλο φαγητο πια Και αν άδεια την εβρίκες, η Κουζίνα δε σε γέλασε Τόσο που χόρτασες μ αυτά που ονειρεύτηκες, με τόσες μυρωδιές Ήδη θα το κατάλαβες Κουζίνες γιατί υπάρχουν.

Τρίτη, Δεκεμβρίου 12, 2006

το άγγιγμα του μίδα

Ο Σπύρος το ήξερε. Είχε μεγάλη πέραση στις γυναίκες. Τη μεγαλύτερη όμως απήχηση την είχε στις ξανθιές. Μελαχρινός, γαλανομάτης αυτός, έβρισκαν τον κρυμμένο Τζον-Τζον των παιδικών τους χρόνων. Ο Σπύρος ήξερε και φρόντιζε για το γόητρό του. Γι’αυτό και δεν εμφανίστηκε ποτέ πλάι σε μία μόνο γυναίκα. Δεν ήθελε ν’απογοητεύσει τις υπόλοιπες. Τα χρόνια περνούσαν και μετρούσαν υπέρ του. Περισσότερες εμπειρίες, γκρίζα μαλλιά, ελευθερία κινήσεων... Ώσπου μια μέρα συναντήθηκε τυχαία με τον πρώτο του έρωτα. Δεν δυσκολεύτηκε ούτε λεπτό να την αναγνωρίσει. Αν και οι ρυτίδες είχαν πλέον κρεμάσει στο πρόσωπό της. Αυτή τον ήξερε καλά. - Ακόμα μόνος? τον ρώτησε. Αυτός χαμήλωσε το βλέμμα, κοντοστάθηκε και ψέλισε : Δυστυχώς. Κάποιοι στην κηδεία του ανέφεραν ότι δεν του είχε τύχει ποτέ, ούτε μία, άρνηση. Η ζωή του υπήρξε απίστευτα μονότονη.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 11, 2006

νόμος

Η Ζωή είναι παρεξηγημένη. Όπως όλα τα θηλυκά εξάλλου. Όχι ότι δεν την σέβονται οι άντρες. Τη σέβονται. Και της το δείχνουν. Μερικές φορές. Όχι πάντα. Μερικοί θυμώνουν μαζί της. Και δεν την αντέχουν. Εκεί τη σκοτώνουν. Μέσα τους. Άλλοι την υποβιβάζουν. Στους φίλους τους. Τα λένε σ’αυτούς για να τ’ακούσουν και οι ίδιοι. Γιατί δεν πιστεύουν λέξη απ’όσα λένε. Στο βάθος το ξέρουν. Την αγαπούν. Κι αυτό πονάει.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 09, 2006

ραστώνη

Η Παπάρω είναι το μόνο if-you-touch-me-I-ll-explode άτομο στη ζωή μου (ευτυχώς δλδ). Ρε γμτ, το πρόβλημα δεν είναι το τι είναι. Αλλά το πώς καταφέρνει να είναι αυτό που είναι. Γι’αυτό γράφω γι’αυτήν τώρα. Εντάξει, δε λέω. Είμαι κι εγώ το ίδιο γι’αυτήν. Παρόλο που δεν έχουμε πλακωθεί ποτέ. Δεν διαφωνήσαμε ποτέ. Δεν αγγίξαμε ποτέ η μία την άλλη. Ούτε μία τρίχα από τα μαλλιά (ποτέ μη λες ποτέ). Φαντάσου! Ηρεμία..Καλλιέργεια..Πςς (τρομάζω με τον εγωισμό μου ώρες ώρες..κάπου πάει κ κρύβεται). Η αλήθεια είναι ότι μοιραστήκαμε πολλά. Σχεδόν τα ίδια. Τί σχεδόν? Ακριβώς. Το ίδιο (..σκηνικό εννοώ). Και ενωθήκαμε εξίσου. Ε, όχι μαζί. Κάθε μία ξέχωρα (..με τη σειρά της). Μάλλον..πρώτα εγώ. Μετά αυτή. Μετά εγώ. Ή και ενδιάμεσα. Όχι. Δεν ξέρω, μπερδεύτηκα. Σιγά! Τώρα? Ποιος νοιάζεται? Όχι ότι δεν την πάω. Την πάω. Και μαγκιά της. Αλλά, μακριά από μένα. Συννενοηθήκαμε? Και ας κάνει ό,τι θέλει. Έτσι? Και τι της δίνω? Έναν κόσμο. Το άπειρο. Πλην τον χώρο μου. Και φυσικά τους γύρω μου. Έτσι είμαι. Χουβαρντού (..δεν ήμουν πάντα, αυτή μ’έκανε). Πάρτα όλα. Εκτός απ’ τα δικά μου. Αν τ’αγγίξεις, κάηκες. Θα μου πεις, και σ’άλλους τα δώσανε όλα και άφησαν απ’έξω ένα μήλο. Ε, τώρα.. ο χώρος μου θα γλιτώσει? Έτσι είναι. Έχεις δίκιο. Μαγκιά σου. Και πάλι. Αλλά δεν υπολόγισες : το μήλο ήταν μόνο του.Ενώ ο χώρος μου έχει εμένα προστάτη… (διαφημίσεις)

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 08, 2006

αποτίμηση

- Αγάπη μου, μ’αγαπάς? - μμμ - Και θα συνεχίσεις να μ’αγαπάς? - μμμ - Για πάντα? - μμμ - Αλήθεια? - μμμ - Ακόμα κι αν εγώ δε θα σ’αγαπώ? - μμμ - Μ’ακούς? - μμμ - Δε θες να με ρωτήσεις αν σ’αγαπώ κι εγώ? - μμμ - Αγάπη μου, θέλω να χωρίσουμε... - μμμ

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 06, 2006

καθρέφτης

Με τον Μικρό δεν ταιριάζαμε καθόλου. Σε τίποτα εννοώ. Και πουθενά. Μπορεί σε μία άλλη ζωή να ήμασταν το ιδανικό ζευγάρι. Μπορεί, λέω. Δεν ξέρω. Και ούτε θα μάθω ποτέ. Για την άλλη..(τη ζωή εννοώ). Ο Μικρός είναι φάτσα. Όχι σαν αυτούς που κυκλοφορούν γύρω μου. Φάτσα γλυκιά, για φίλημα. Απ’αυτές που θες να τις ζουλίξεις. Να τις βάλεις σ’ένα ποτήρι και να τις πιεις. Μπας και χορτάσεις. Δε θα σας πω άλλα, δε θα του κάνω διαφήμιση. Θα σας πω όμως για μένα. Για το τι έπαθα με τον Μικρό. Τον είδα στον ύπνο μου. Χτες. Δεν είχα τίποτα καλύτερο να κάνω, εξάλλου. Ήταν, λέει, σ’ένα εστιατόριο. Εγώ καθόμουν απέναντί του. Σε μια στιγμή προσπάθησα να του δώσω λίγο από το δικό μου φαγητό. Να δοκιμάσει. Αυτός τσατίστηκε. Πέταξε το πιρούνι με θόρυβο μέσα στο πιάτο του. Εγώ τρόμαξα. Όχι γι’αυτόν. Για τον ήχο που ακούστηκε. Και για το φαγητό που πετάχτηκε στο τραπέζι. Κατά λάθος..(πού πάνε και φυτρώνουν τα νεύρα στον άνθρωπο..) Πήρα μία πετσέτα. Καθάρισα το τραπέζι. Κρίμα. Φαινόταν νόστιμο. Στεναχωρέθηκα. Όχι γι’αυτόν. Για το φαγητό που πήγε άδικα. Και για τον κύριο από πίσω. Είχε γυρίσει και κοίταζε τον Μικρό. Λες να ήθελε να του πει κάτι ? Πάντως ο Μικρός δεν νοιάστηκε. Σήκωσε το ποτήρι. Ήπιε. Είχε πολλά να σκεφτεί. Στο φαγητό θα κολλούσε τώρα ? Εγώ δεν είχα τι να κάνω. Είχα ήδη χορτάσει. Ξύπνησα. Ήπια έναν καφέ και διάβασα τα πρωινά κουτσομπολιά : Το πιο σημαντικό πράγμα που μπορείς να προσφέρεις σε μία σχέση, είναι να γουστάρεις όσο γίνεται περισσότερο. Είμαι πολύ μακριά τελικά.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 29, 2006

arkas

Μεγάλες Αλήθειες απ' τον Αρκά a.. ΠΡΟΣΠΑΘΩ ΝΑ ΒΓΩ ΑΠΟ ΤΟ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ, ΑΛΛΑ ΔΕ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΘΥΜΗΘΩ ΑΠΟ ΠΟΥ ΜΠΗΚΑ. b.. ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΤΕΧΝΗ ΝΑ ΚΟΥΡΑΖΕΣΑΙ ΤΙΣ ΩΡΕΣ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ. c.. H ΠΕΙΡΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΧΤΕΝΑ ΠΟΥ ΤΗΝ ΑΠΟΚΤΑΣ ΟΤΑΝ ΕΙΣΑΙ ΠΙΑ ΦΑΛΑΚΡΟΣ! d.. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΝΑΙ 4 ΛΥΚΟΙ ΚΑΙ 1 ΠΡΟΒΑΤΟ ΝΑ ΨΗΦΙΖΟΥΝ ΓΙΑ ΦΑΓΗΤΟ. e.. ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΚΑΝΟΥΝ ΠΩΣ ΞΕΡΟΥΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΚΝΕΥΡΙΖΟΥΝ ΕΜΑΣ ΠΟΥ ΤΑ ΞΕΡΟΥΜΕ. f.. ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΦΑΡΜΑΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΒΗΧΑ ΕΙΝΑΙ Η ΦΑΣΟΛΑΔΑ. ΜΕΤΑ ΘΑ ΦΟΒΑΣΑΙ ΝΑ ΒΗΞΕΙΣ g.. Η ΤΕΧΝΗΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΕΡΔΙΣΕΙ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΗΛΙΘΙΟΤΗΤΑ. h.. Η ΖΩΗ ΧΩΡΙΖΕΤΑΙ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΦΑΣΕΙΣ: ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΠΕΡΙΣΥΛΛΟΓΗ, ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ. ΞΕΚΙΝΑΣ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΓΕΙΣ ΝΑ ΑΛΛΑΖΕΙΣ ΚΑΝΑΛΙΑ. i.. ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΛΑ. ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΛΛΕΣ ΑΠΟ ΚΑΤΩ. j.. ΜΕΓΑΛΟΦΥΪΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΥΜΝΙΣΤΩΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΥΜΑΤΑΙ ΦΑΤΣΕΣ. k.. ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΗΛΙΘΙΩΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑΞΙΚΗ. ΕΤΣΙ ΕΝΑΣ ΗΛΙΘΙΟΣ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΑ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΕΝΩ ΕΝΑΣ ΗΛΙΘΙΟΣ ΦΤΩΧΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΑ ΗΛΙΘΙΟΣ. l.. Η ΤΥΧΗ ΧΤΥΠΑΕΙ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΣΟΥ ΜΟΝΟ ΜΙΑ ΦΟΡΑ, ΑΛΛΑ Η ΑΤΥΧΙΑ ΕΧΕΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΥΠΟΜΟΝΗ. m.. ΕΧΩ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΤΟΣΑ ΠΟΛΛΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΤΟ ΠΟΥ ΑΠΟΦΑΣΙΣΑ ΝΑ ΚΟΨΩ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΜΑ. n.. Η ΦΙΛΟΔΟΞΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ. o.. ΚΑΝΤΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΟ ΝΕΡΟ: ΠΛΥΘΕΙΤΕ ΜΑΖΙ ΜΕ ΕΝΑ ΦΙΛΟ!!

Τετάρτη, Νοεμβρίου 22, 2006

γιατί ρωτάς?

"Λίγοι άνθρωποι σκέφτονται, αλλά όλοι θέλουν να ξέρουν"

Κυριακή, Νοεμβρίου 19, 2006

incommunicabilis

Είναι πολλές, παρα πολλές. Είναι παντού και πάντα. Είναι σε κάθε εποχή και ηλικία. Είναι αυτές που τις ζηλεύουν όλοι. Οι άντρες, επειδή δεν μπορούν να τις έχουν. Οι γυναίκες, επειδή οι άντρες ζητούν να τις έχουν. Είναι οι γυναίκες με πρόσωπο, αλλά χωρίς προσωπικότητα. Είναι οι γυναίκες που σου ομορφαίνουν τη ζωή. Είναι το πρότυπο της όμορφης και εύκολης ζωής. Είναι αυτές που δε μιλάνε πολύ. Είναι αυτές που γελάνε πολύ. Είναι αυτές που συμφωνούν μ’αυτά που λες. Είναι αυτές που δε σου σπάνε τα νεύρα. Είναι αυτές που είναι μονίμως διαθέσιμες. Είναι γλυκές, n’est-ce pas ?

Σάββατο, Νοεμβρίου 18, 2006

Το ελάχιστο

Το κράτος δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά μία θεωρητική θέσπιση συνόρων. Εντός των οποίων συνυπάρχουν και συναναστρέφονται τα άτομα. Προσδιορίζει μία ανεκτική συγκατάβαση των κατοίκων του σε συγκεκριμένα ατομικά δικαιώματα. Ο μόνος λόγος που πιστοποιεί την ύπαρξή του είναι η κατοχύρωση αυτών των δικαιωμάτων. Υπό αυτή την έννοια, εγώ, εσύ, αυτός, ουσιαστικά δε γεννιόμαστε ελεύθεροι. Γινόμαστε, όμως, μέσα από αυτό το πρίσμα του κράτους. Όπου η ατομική ελευθερία περιορίζεται ρητά κάτω από συγκεκριμένα όρια. Έστω ότι προτάσσω το άτομο. Αναγνωρίζω την πολιτική του οντότητα και τα δικαιώματά του. Μπορεί να πράξει όπως επιθυμεί. Να διαθέτει ελεύθερα τον εαυτό του. Αναγνωρίζω ότι μπορώ να πράττω χωρίς να παραβιάζω. Αποτελώ ένα 'ελάχιστο κράτος'. Δεν έχω συγκεκριμένα ατομικά δικαιώματα. Διαθέτω τον εαυτό μου όπως επιθυμώ. Χρησιμοποιώ τον εαυτό μου όπως θέλω και σου συμπεριφέρομαι όπως επιθυμώ την κάθε στιγμή. Σε σέβομαι, μέχρι εκεί. Φυσικά παρατηρώ, κρίνω, και αξιολογώ τον εαυτό μου. Εστιάζομαι στο εγώ. Προσπαθώ να το βελτιώσω. Είναι το μόνο που με απασχολεί. Όσο για σένα, μπορείς να αναλογίζεσαι όσο θέλεις το εμείς. Έχεις το δικό σου κράτος, με τη δική σου σημαία, νόμους και κανόνες. Συμφωνείς ? Γιατί έτσι φέρεσαι.

Τρίτη, Νοεμβρίου 07, 2006

εκτός

Η Ελπίδα το μαθαίνει πάντα τελευταία. Αυτό σκεφτόταν ο Αλέξανδρος κάθε φορά που μπαινόβγαινε σε ξένες αγκαλιές. Γιατί σιγά μη φτάσουν ως αυτήν. Φυσικό, αφού την είχε καλά κρυμμένη στην καρδιά του και την παρουσία της λίγοι τη γνώριζαν. Η Λολίτα από την άλλη το φώναζε ξεκάθαρα. Πίστευε ότι τ’άπλυτα πρέπει να βγουν στη φόρα, διαφορετικά ποτέ δε θα πλυθούν. Έβλεπε την αυτο-έκθεση ως μία μορφή αυτο-κάθαρσης. Σαν ν’απαλλάσσεσαι από την αμαρτία σου τη στιγμή που την εξομολογείσαι στο κοινό. Ή μάλλον στο κατάλληλα-εξασκούμενο- στο-κουτσομπολιό άτομο. Όλα συνέβησαν ξαφνικά, μία μέρα του χειμώνα όταν η μικρή Λολίτα γλυκοκοίταξε ταπεινά τον φειδωλό μα αχόρταγο Αλέξη. Από εκείνη τη στιγμή η ώρα πήγε έξι για τον Αλέξη και πού να φέξει. Το ίδιο και για τη Λολίτα. Τα δυο παιδιά ζούσαν στον κόσμο τους, αγνοώντας την ύπαρξη του υπόλοιπου πλανήτη. Η μονοτονία της ιστορίας θα σπάσει ξαφνικά από την εισροή της κακιάς μέγαιρας ανάμεσα στο ζευγάρι. Που φυσικά δεν ήταν ζευγάρι, απλά δεν είχαν θέληση, ούτε και ενέργεια για να το ψάξουν παραπέρα. Η κακιά μέγαιρα,λοιπόν, με τα τεχνάσματά της κατόρθωσε να τους χωρίσει τελικά. Η μικρή Λολίτα δε στεναχωρέθηκε πολύ, καθώς δεν άργησε να βρεθεί κάποιος φειδωλός μα αχόρταγος νέος να απαλύνει εκ νέου τον πόνο της. Το ίδιο και ο Αλέξης. Ξαναγύρισε πανευτυχής στην αγαπημένη του Ελπίδα, η οποία ουδέποτε κατάλαβε το παραμικρό. Η μόνη που στεναχωρήθηκε πικρά ήταν η κακιά και πασπαρτού μέγαιρα, η οποία μετά το χωρισμό τους δεν είχε με τι να ασχοληθεί και απέμεινε πανδυστυχής να κλαίει και να οδύρεται για την πορεία της ιστορίας. Η ιστορία της μέγαιρας επαναλαμβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, ασχέτως χρόνου, τόπου, προσώπου. Ηθικό δίδαγμα : Μερικές φορές όλοι είναι ευτυχισμένοι, εκτός από εκείνους που δεν έχουν κανένα λόγο να είναι δυστυχείς.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 30, 2006

α ρε Λάκη

Μα που τελειών' η μοναξιά;

Πέμπτη, Οκτωβρίου 26, 2006

Κατάληψη φόβου

Χορός: Κι είναι να ελπίζεις πως ποτέ θα πέσει ο Δίας; Προμηθέας: Κι άλλα πιο αβάσταχτ' απ' αυτά κακά θα πάθει. Χορός: Και δε φοβάσαι εσύ να πετάς τέτοια λόγια; Προμηθέας: Τι να φοβούμαι, αφού δεν μπορεί να πεθάνω; Χορός: Μα ίσως και σ' άλλους πιο σκληρούς σε ρίξει μόχτους. Προμηθέας: Ό,τι έχει ας κάμει, κι όλα εγώ τα περιμένω. Χορός: Είναι σοφοί, μπρος στην Αδράστεια (σ.σ. το Πεπρωμένο) όσοι σκύβουν. Προμηθέας: Σέβου, προσκυνά, χάιδευε πάντα σου εκείνον που κρατά την αρχή· μα εγώ το Δία πιο λίγο ψηφώ κι απ' το μηδέν. Αισχύλος:Προμηθέας Δεσμώτης

Τετάρτη, Οκτωβρίου 25, 2006

Παθητική ασφάλεια

Δύο άτομα σ’ένα καφέ. Φαίνονται σαν ζευγάρι. Η Χρυσούλα από τη μία. Σκέφτεται το μέλλον της με τον Αλέξανδρο. Το έχει προδιαγράψει. Τώρα ειδικά που αποφάσισαν να συζήσουν θα είναι όλα πιο εύκολα. Η σχέση τους θα δυναμώσει. Θα κατέβουν μαζί στην Ελλάδα. Εκεί θα επισημοποιήσουν αυτό που έχουν. Ο Αλέξανδρος από την άλλη. Σκέφτεται ότι το μέλλον ποτέ δεν έρχεται. Ζούμε πάντα το παρόν. Είναι το μόνο που έχει γι’αυτόν νόημα. Το παρόν του σήμερα είναι να συναντήσει σε λίγο την πρώην του. Την Έλλη.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 23, 2006

Όνομα

Έχω το Μένο δίπλα μου και αναρωτιέμαι πόσο μπορεί να μοιάζει η ζωή μας με τ’όνομά του.. i) Μένος από το ξεχασμένος. Κάθε μία ώρα ζητάει απεγνωσμένα φαγητό. Τον πιάνει υπερκινητικότητα και κάνει θόρυβο. Μόλις του δώσεις μια μπουκιά σταματάει. ii) Μένος από το λυσσασμένος. Όταν μιλάμε για φαγητό, είναι αχόρταγος. iiii) Μένος από το βαμμένος. Τρώει καθημερινά χιλιάδες χημικές ουσίες για να γυαλίζει το δέρμα του. iv) Μένος από το βλαμμένος. Δεν έχει εγκέφαλο για να σκεφτεί. Αν κάνει ένα ‘σάλτο’ πάει, ψόφισε. v) Μένος από το εξαρτημένος. Αν δεν τον φροντίσω, θα ψοφίσει. vi) Μένος από το χαμένος. Δεν ξέρει πού βρίσκεται. Δεν έχει προσαρμοστεί με την καινούργια μορφή καθαριότητας. Μου κάνει τον δύσκολο. vii) Μένος από το ζαλισμένος. Δεν μπορεί να ξεχωρίσει την τροφή από τα κακά του. Συνεπώς, καλή χώνεψη! viii) Μένος από το πειραγμένος. Τόσα χαπάκια ενέργειας, καθημερινά, λίγο θέλει για να σαλέψεις? ix) Μένος από το μαλακισμένος. Μ’όποιον δάσκαλο καθίσεις ...

Πέμπτη, Οκτωβρίου 19, 2006

Όλα για τον πατέρα μου

Μου είπες πως με θέλεις. Ήρθα. Ήμουν δίπλα σου. Μπροστά σου. Σε κοιτούσα, αλλά δε με έβλεπες. Κοιτούσες απέναντι. Εκεί στο σκαλοπάτι. Κοιτούσες τις κινήσεις του. Ήμουν σίγουρη πως αν ζαλιζόταν θα είχες διασχίσει με μιας τον κόσμο και θα τον είχες πιάσει. Αυτός σε καμάρωνε. Χειροκροτούσε. Δεν ξέρω αν άκουγε. Ήταν η πρώτη φορά που ήξερε τι να ψηφίσει. Το γιο του. Του έδωσες κι αυτή τη χαρά. Του έκαναν αφαίρεση. Βιοψία. Θάνατος. Θα πεθάνει. Το ξέρεις. Υπομένεις. Κουράγιο. Δεν μπόρεσα να τον χαιρετίσω. Συγγνώμη.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 18, 2006

Ψώνια

‘μα εγώ θα σε συμβούλευα κάτι άλλο ν’αγοράσεις’ της είπα. Κοιταζόμαστε. Αφήνει το ζακετάκι στη θέση του. Σωστά. Σε λίγες βδομάδες δε θα κουμπώνει. Ή θα κουμπώνει ? Πόσα παιδιά θα χαθούν από λάθη δικά μας ? Αυτό δεν είναι δολοφονία ?

Κυριακή, Οκτωβρίου 15, 2006

No 4

‘ετούτη τη νύχτα μπορεί να πεθάνω’. Μου είπε και γύρισε από την άλλη. Δεν την πίστεψα. Γιαγιά ήταν. Εξάλλου μετά το εγκεφαλικό παραμιλούσε. Γύρισα στο θάλαμο και κοίταξα. Άλλες τρεις γιαγιάδες στα δεξιά μου. Τη δική μου την είχανε στ’αριστερά. Να βλέπει το παράθυρο, αλλά να είναι και στην απομόνωση. Παραμιλούσε εξάλλου και ενοχλούσε τη γιαγιά no1. Τώρα που το σκέφτομαι δε θα ήταν παράλογο αν αισθανόταν το θάνατό της. Το έχουμε δει σε ταινίες. Απλά, θα μου το ανακοίνωνε. Μετά θα πέθαινε. Ευτυχώς δεν ήμουν μόνη. Είχα και τον ξάδερφο. Τη σήκωνε πού και πού και σκουπίζαμε τον ιδρώτα της.Σκεφτόμουν ότι θα έβαζα αυτόν να τηλεφωνήσει. Αυτό θα ήταν όλο. Ένα τηλέφωνο. Τα τελευταία νέα της. Οι ώρες περνούσαν βασανιστικά στο θάλαμο. Η γιαγιά είχε προσπαθήσει αρκετές φορές να ξεφύγει, γι’αυτό και αποφάσισαν τα παιδιά της να την περιορίσουν. Ανάμεσα σε δύο μπάρες. Η γιαγιά όμως το είδε διαφορετικά. Έκλαιγε. Νόμιζε πως είναι μέσα σε φέρετρο. Πώς να της εξηγήσεις ότι είναι κάτι χειρότερο ? Είδαν και απόειδαν από τις τσιρίδες. ‘Βγάλτε με από το φέρετρο !’ Τι να πεις ? Σε νοσοκομείο ήμασταν. Την έβγαλαν τη μία μπάρα. Από τότε καθόταν πάντα κάποιος στα δεξιά της. Στην περίπτωση που θα ξέφευγε θα έπεφτε με το κεφάλι. Το σώμα δεν μπορούσε να το ελέγξει. Εκείνο το βράδυ η θέση της μπάρας δεν ήταν ιδιαίτερα κουραστική. Είχαν φροντίσει τα πάντα οι κόρες και οι νοσοκόμες. Το μόνο που είχα να κάνω ήταν να παίζω με τα δάχτυλά μου. Μες στην απορρόφηση του παιχνιδιού δεν κατάλαβα ότι γύρω στις 4 είχαμε επίσκεψη. Όχι εμείς. Η γιαγιά nο2. Είχε μάλλον έξοδο. Απλά εμείς δεν το ξέραμε. Σε μια στιγμή ο ορός της γιαγιάς σταμάτησε να τρέχει. Φώναξα τη νοσοκόμα στο θάλαμο. Αποφάσισε να φέρει όλο το προικιό της. Πηγαίνοντας από τη γιαγιά μου προς τα πίσω αντιλήφθηκε απότομα τη μεγάλη έξοδο της γιαγιας no2. ‘Αχ, σήμερα έχω θάνατο’. Η κυρία που ήταν δίπλα στην πρώτη γιαγιά τρόμαξε. Η νοσοκόμα απλά τράβηξε το σεντόνι στο πρόσωπο της γιαγιάς no2 και πήγε να ενημερώσει τους αρμοδίους. Μετά από λίγο έφτασαν τρία άτομα. Άναψαν τα φώτα. Μας παρακάλεσαν να βγούμε έξω. Η γιαγιά μου ξύπνησε και με την ελευθερία που της δόθηκε ξαφνικά άρχισε επανάσταση. ‘Καλέ, αυτές τρεις φίλες είναι εδώ. Πού την πάτε αυτή. Φέρτε την πίσω παλιάνθρωποι ! Φίλες είναι !’ και τραβούσε μία το τραπεζάκι και μία τη στήλη με τον ορό. Προσπαθούσε να σηκωθεί να μπαγλαρώσει τους παλιάνθρωπους. Πρώτη φορά φοβήθηκα τόσο για τη ζωή της. Το να πάει κανείς από φυσικό θάνατο το καταλαβαίνω. Το να γκρεμοτσακιστεί από αντίδραση όμως ?

Πέμπτη, Οκτωβρίου 12, 2006

Έχεις βρει

Κάνω τις ύστατες απελπισμένες κινήσεις κατά του εαυτού μου. Δεν αντέχω πια. Παλιά δε μ’ένοιαζαν. Δε με άγγιζαν. Τώρα έχω φτάσει σε κατάσταση απελπισίας. Καθημερινά υπάρχουν καταστάσεις που αποδεχόμαστε, απλά και μόνο επειδή σιωπούμε. Έχουμε την όρεξη να συζητάμε, ν’αναλύουμε, να πλακωνόμαστε για θέσεις και αιτήματα που είδαμε στην τηλεόραση και απλά είμαστε ηθικολογικά αντίθετοι. Πολλά άτομα αγωνίζονται, φωνάζουν, τρώνε ξύλο χωρίς κανένα προσωπικό όφελος. Απλά και μόνο για να υπερασπιστούν τις θεωρίες τους. Συχνά τις τυλίγουν με ακαδημαικές φιλοσοφίες. Όταν όμως αυτά συμβαίνουν μπροστά τους, σε άτομα που ξέρουν και θα δουν και την επόμενη μέρα, βγάζουν το σκασμό. Μη σου πω ότι πίνουν και καφέ μαζί τους. Αυτή είναι η οθόνη του μυαλού μας. Αυτά βλέπουμε και δε μιλάμε. Ηθικολογίες και μπλα μπλα. Φλύαρες καθημερινότητες και συζήτηση για τη συζήτηση. Καλοαναθρεμμένα ανθρωπάκια σε μαλακές καρεκλίτσες. Κάθε μέρα μαθαίνω πράγματα και κλείνω τ’αυτιά μου. Δεν είναι δυνατόν. Δεν πάει άλλο. Ξυπνήστε, ρε !

Τετάρτη, Οκτωβρίου 11, 2006

Παναγι-ά μου !

Απεργώ ! Δεν πάει άλλο ! Το πήρα απόφαση. Απεργώ από το παρελθόν μου και από όλα όσα μπορεί να μου το θυμίζουν. Tabula rasa. Τέλος !

Δευτέρα, Οκτωβρίου 09, 2006

Παιχνίδι

Πρόκειται για τρόπο ζωής πλέον. Χωρίς να είναι αυτοσκοπός. Είναι κάτι που έρχεται από μόνο του. Αυθόρμητα. Η ζωή μου δε μοιάζει. Είναι παιχνίδι. Δεν είναι πολλά, είναι ένα. Απλά, αλλάζει δομή μέσα σε δευτερόλεπτα. Μοιάζει συχνά με αμοιβάδα. Είναι εκπληκτικά προσαρμοσμένο στο εξωτερικό του περιβάλλον. Για να γίνει άμεσα αντιληπτό θα πρέπει να δώσω ένα παράδειγμα. Σε λίγο θα μαζευτούμε όλοι στο σαλόνι. Έχουμε ένα άτυπο pot. Έτσι, για να γνωριστούμε. Το παιχνίδι αμέσως παίρνει τη μορφή του. Κρυφτό. Με βλέπεις εκεί που μιλάω μ’εκείνον τον ψηλό ? Θα με βρεις εκεί στη γωνία ή όχι ? Βλέμματα κρυμμένα παντού. Παιχνίδι με τα μάτια. Κρυφτό, κυνηγητό. Ξαφνικά η διευθύντρια. Στοπ ! Αγαλματάκια ! Θα γυρίσει σε μία στιγμή προς τα ‘υψηλά ιστάμμενα’ πρόσωπα του σπιτιού και εμείς θα το ξαναρίξουμε στο παιχνίδι. Μετά θα έρθει το γνωστό μπαλαντέρ. Αλλαγή, χαρτιά! Το χρησιμοποιείς όπως θες. Παράπονο κανένα, αφού ούτε το ίδιο ξέρει το ρόλο του. Δημιουργείς σχέσεις, αντιζηλίες, προβλήματα. Μέσα αυτό. Σου δυναμώνει το χαρτί. Φυσικά, έχεις και κόστος. Μαζί του, ποτέ ‘δεν την κάνεις καθαρή’ ! Φτου ξελευθερία ! Θα φωνάξει κάποιος ξαφνικά και θα κρυφτώ εγώ. Είπαμε, ολόκληρα ‘υψηλά ιστάμμενα’ πρόσωπα είναι αυτά ! Απαιτούν το σεβασμό μας ! Μετά θ’αλλάξουμε δυναμική και θ’ αρχίσουμε τοξοβολία ! Με στόχο την καρδιά του άλλου. Ωπ ! Σε κάρφωσα ! Έξω από το παιχνίδι εγώ ! Η βραδιά μου σήμερα δε θα είναι καθόλου βαρετή. Σε κάποιο σημείο θα προσπαθήσει να γίνει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Είναι το σημείο εκείνο που σου προτείνει κάποιος το πλακωτό. Μπαμ ! Και σε πλάκωσα ! Όχι ? Sorry, έχασες πάλι ! Το πιο ωραίο μετά το πλακωτό είναι ο γκρινιάρης. Το άσχημο είναι ότι εκείνος που χάνει βαριέται γρήγορα. Τι κρίμα ! Συνήθως είναι το αγαπημένο μου παιχνίδι ! Ακριβώς μετά από το Γκρινιάρη αρχίζουμε τη Μονόπολη. Γμτο ! Εδώ πάντα χάνω ! Και όχι μόνο χάνω, συνήθως μπαίνω φυλακή ! Ναι, μάλιστα! Ούτε εφημερίδες, ούτε περιοδικά ! Τίποτα ! Φυλακισμένη, αφήνω τους άλλους να ξεκοκκαλίζουν την περιουσία και το βιος μου ! Ακούς εκεί ! Μετά τη Μονόπολη, φυσικά θα παίξω scrable ! Βρες τις λέξεις που ειπώθηκαν για σένα ! Οι πιο σημαντικές συνήθως μου δίνουν τους λιγότερους πόντους ! Αλλά πόσο να τ’αντέξω και αυτό ? Είπαμε και εδώ χάνω ! Αλλαγή πάλι. Σωστά. Η ώρα της κρεμάλας, καθώς πλησιάζει το ξημέρωμα. Σήμερα, ο κλήρος πέφτει... σε ποιον άραγε ?

Πέμπτη, Οκτωβρίου 05, 2006

Πρωί

Ντριιιννν. Το τηλέφωνο.Το σηκώνω μισοκοιμισμένη. Μία ξυνισμένη φωνή ακούγεται. ‘Έχετε ένα δέμα mlle.Να κατεβείτε να το πάρετε’. Ήταν η φωνή του Alain. ‘Ok, merci’. Δέμα ? Τι δέμα ? Αφού δεν περιμένω τίποτα. Κανένα λάθος θα είναι πάλι και ξύπνησα άδικα. Αν ήταν για μένα, θα το ήξερα. Κατεβαίνω στη loge με το ένα μάτι μισάνοιχτο. Το άλλο τελείως κλειστό. Στραβοκοιτάω. Ο Alain, όπως πάντα, δεν πτοείται εύκολα. Με κοιτάει λοξά, ενώ κάνει ότι ψάχνει. ‘Δεν κοιμηθήκατε καλά, mlle ?’. Να 'τη. Αυτή η έμφυτη περιέργεια που αναπτύσσει εκπληκτικά ο ανθρώπινος εγκέφαλος. ‘Ποιος σας στεναχωρεί πάλι ?’ και συνεχίζει να ψάχνει περιμένοντας μία απάντηση. ‘Ο εγκέφαλός μου’ του απαντάω μισοκοιμισμένη και παίρνω επιτέλους το πακετάκι.Το περιεργάζομαι λίγο, καλώ το ανσανσέρ και το ανοίγω με επιφύλαξη. Απ’έξω κανένα σημάδι. Τίποτα. Ούτε όνομα ούτε διεύθυνση. Μέσα ένα βιβλίο. Γαλλικό, φυσικά. Περίεργο. Ανεβαίνω στο δωμάτιο και περιεργάζομαι το φάκελο. Μεγάλος, κίτρινος, με σφραγίδα La poste. Σταλμένο από Παρίσι. Πριν από τρεις μέρες. Μάλιστα. Το βιβλίο μού είναι άγνωστο. Μερικές σελίδες του είναι τσαλακωμένες στην άκρη. Ένδειξη ότι θα πρέπει να τις διαβάσω. Μοιάζει με ανάμειξη λογοτεχνίας με δοκίμιο. Ο συγγραφέας γνωστός. Ωραία αρχή για μία κατά τ’άλλα κοινότυπη μέρα.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 04, 2006

Προβατάκια

Είχα μία φίλη που είχε εμμονή με τα προβατάκια. Σ’όλο της το σπίτι είχε αφίσες, κουκλάκια, μπρελόκ και ποτηράκια με εικόνες από άσπρα προβατάκια. Ήταν όλα πανέμορφα. Η φίλη μου αυτή είχε γεννηθεί σε πόλη και δυστυχώς δεν είχε τύχει να γνωρίσει ποτέ από κοντά ένα από αυτά τα άσπρα, παχουλά προβατάκια που στόλιζαν το δωμάτιό της. Τα χρόνια περνούσαν και το σπίτι της σιγά σιγά είχε αρχίσει να μοιάζει παιδότοπος, με προβατο-ποτηράκια και προβατο-πιατάκια με ζωγραφιές και αστείες ιστοριούλες. Πριν από λίγο καιρό της δόθηκε η ευκαιρία να χαϊδέψει από κοντά ένα πραγματικό, κάτασπρο, στρουμπουλούτσικο προβατάκι. Το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Μέσα σε λίγες μέρες έκανε ολική ανα-διακόσμηση του σπιτιού της. Τελικά, λέω να εφαρμόσω το ίδιο πείραμα στις εμμονές μου.

Τρίτη, Οκτωβρίου 03, 2006

Η λήθη

Όλοι κλαίνε. Ίσως φταίει ο καιρός, η εποχή, ή η γενιά μας. Άχρηστη σε όλα της. Δεν έχουμε σοβαρά προβλήματα και πρέπει να δημιουργήσουμε μία προβληματική κατάσταση στον εγκέφαλό μας, για να αρχίσει να λειτουργεί. Έτσι κι εγώ. Κάθομαι στο σαλόνι και σκέφτομαι. Ή τουλάχιστον κάνω πως σκέφτομαι. Ωραίο σκηνικό, μια κοπέλα προβληματισμένη. Αρέσει πολύ. Στ’αγόρια ειδικά που νομίζουν πως αντικρίζουν τη γυναίκα των ονείρων τους. Παίρνω το ύφος φιλοσοφώ τώρα, ποιος είσαι εσύ που με κοιτάς. Απέναντί μου ο Μιχάλης. Γλυκοκοιτάζει. Θα’ρθει να μου μιλήσει τώρα. Πλησιάζει διακριτικά. Θα μου μιλήσει για Προυστ. Πάω στοίχημα. Παίρνει το πιο γλυκό του χαμόγελο, και με αργές και ήρεμες κινήσεις, χωρίς να έχει αυτοπεποίθηση, πλησιάζει. Κοντοστέκεται. Το βλέπω, θα’ρθει. Τον κοιτάζω λοξά και ήρεμα για να του δώσω θάρρος. Το πιάνει. Έρχεται χαμογελαστός. Δε συμμετέχω στο χαμόγελο. ‘Πώς σου φάνηκε το βιβλίο ?’ μ’ένα χαμόγελο μέχρι τ’αυτιά, έτοιμος να λυθεί στα γέλια από τη χαρά του. Ναι, του μιλούσα. ‘Καλό ήταν, ψυχοπλακώθηκα’. ‘Χα χα’ (δυνατά), ‘το ήξερα’, ‘χα χα’, ‘ψυχοπλακώθηκες ε ?’, ‘χα χα’, ‘έτσι ήμουν κι εγώ όταν το διάβασα’ ‘χα χα’ ‘σε καταλαβαίνω’. ‘Ναι’. Βλέπω την ασυμβατότητα της σκέψης με τις αντιδράσεις του και χαμογελάω. Νομίζει ότι χαίρομαι που του μιλάω και χαμογελάει κι αυτός. Αρχίζει να μιλάει γρήγορα και έντονα. Με κοιτάζει πού και πού, για να είναι σίγουρος ότι παρακολουθώ. Βλέπει ότι ακόμα δε με πήρε ο ύπνος και συνεχίζει ακόμα πιο ενθουσιώδης. Πετάει σκέψεις, εκφράσεις που διάβασε, βιβλία, συγγραφείς..ακάθεκτος! Δε μιλάω. Ακούω. Μ’ένα χαμόγελο πάντα. Οι πληροφορίες σημαντικές. Αυτός δεν ξέρω. Το μυαλό μου φεύγει. Κοιτάζω το Μιχάλη στα μάτια και θυμάμαι το Γιάννη. Α, ρε μαλάκα Γιάννη. Αμφιθέατρο στη Θεσσαλονίκη. Εγώ να προσπαθώ να συγκεντρωθώ στο μάθημα Λογιστικής, ο καθηγητής να γράφει πυρετωδώς τους λογαριασμούς Ενεργητικού και ο Γιάννης δίπλα μου, να έχει σπάσει την παρέα στα δύο, ανενόχλητος και άσχετος. Από τη μία να διαβάζει Πεδίο 3 και από την άλλη να συμπληρώνει τα χαρτιά για την Αμερική. Η καρδιά μου σταγόνες στα φύλλα του δέντρου. Άλλες στέκονται, άλλες πέφτουν. Από τη μία, χαίρομαι. Από την άλλη, κλαίω. Το μάθημα τρέχει. Ο Γιάννης συμπληρώνει χαρτιά. Ο καθηγητής ακατάπαυστος. Μα πού τα θυμάται όλα αυτά? Γυρίζω αργά, κοιτάζω το Γιάννη δίπλα μου. Σκυμμένος γράφει. Νομίζω ότι έχει αποκοπεί πλήρως από το περιβάλλον του. Τον κοιτάζω στα μάτια, τα μάτια του δε με κοιτάν. Κοιτάζω τον Μιχάλη στα μάτια. Κοιτάζει στο πάτωμα. Δε μιλάει. Δεν έχει τι άλλο να πει. Μάλλον κατάλαβε. Φεύγει.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 28, 2006

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 27, 2006

Καλημέρα

Αρχίζω να πιστεύω ότι όλοι οι σπουδαίοι Έλληνες έχουν από ένα μπλοκ, στο οποίο παραθέτουν τις απόψεις τους, χωρίς να φοβούνται την έκθεση στο ευρύ κοινό. Σειρά λοιπόν και δικιά μου. Χωρίς να ανήκω στους 'μεγάλους' του γένους, παίρνω το θάρρος να εκφράσω τις σκέψεις μου, ελεύθερα πια.. Καλό κουράγιο σε όσους μ'αντέξουν!